ΠΗΓΗ 1
Η Μεγάλη Ιδέα
Η προώθηση της επεκτατικής πολιτικής των διαφόρων εθνικών συνόλων βρισκόταν στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου αιώνα στην ημερήσια διάταξη, στο μέτρο που ήταν πια σαφές ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία δεν μπορούσε πια να αναστείλει το διαμελισμό της παρά μόνο βραχυπρόθεσμα. Σ’ αυτό το πλαίσιο πρέπει να τοποθετηθεί η βαθμιαία αλλαγή της πολιτικής στάσης της ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης από το τέλος του 19ου αιώνα και πέρα.
Πράγματι, στα πρώτα πενήντα περίπου χρόνια της ανεξαρτησίας, η αστική τάξη της διασποράς αντιμετώπιζε με καχυποψία την οποιαδήποτε απόπειρα επεκτατισμού της ανεξάρτητης Ελλάδας προς τα οθωμανικά εδάφη. Και αν τα εθνικιστικά όνειρα της «Μεγάλης Ιδέας» κυριαρχούσαν στα διευθυντικά στρώματα και στη μικροαστική τάξη του ανεξάρτητου βασίλειου, δε συνέβαινε το ίδιο με την ελληνική αστική τάξη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που ήταν υποχρεωμένη από τα ίδια τα πράγματα να υιοθετεί μια στάση συμβιβαστική και εφεκτική. Είναι αλήθεια ότι η διαφορά ανάμεσα στις δυο αυτές αντιτιθέμενες θέσεις, όσον αφορά στο μέλλον του έθνους, δεν κρυσταλλώθηκε ποτέ σε οξείες πολιτικές συγκρούσεις. Αυτό όμως οφείλεται, κυρίως, στο γεγονός ότι το ελληνικό κράτος εξαναγκάστηκε πολλές φορές να απαρνηθεί τις επεκτατικές και φιλοπόλεμες τάσεις του κάτω από την πίεση της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία φρόντιζε διαρκώς και με κάθε τρόπο να διατηρεί την εδαφική ακεραιότητα της Αυτοκρατορίας. Δεν υπήρξε πολιτική ή διπλωματική κρίση στο χώρο των Βαλκανίων και της Εγγύς Ανατολής που να μη συνοδεύτηκε από αναζωπύρωση του ελληνικού εθνικισμού, ο οποίος επιζητούσε μόνιμα τη δυναμική υλοποίηση της μεγάλης ιδέας. Παρ’ όλες όμως τις πιέσεις των ασυγκράτητων εθνικιστικών στοιχείων η Ελλάδα δεν μπόρεσε ποτέ, ως το 1897, να προβεί σε ένοπλη αντιπαράθεση με τους Τούρκους. Οι μεγάλες δυνάμεις, και ιδίως η Μεγάλη Βρετανία, δε δίστασαν να χρησιμοποιήσουν όλα τα μέσα για να αποτρέψουν ανάλογο ενδεχόμενο. Διαβήματα, πιέσεις, απειλές και υποσχέσεις, και στην ανάγκη άμεσες στρατιωτικές επεμβάσεις και ναυτικοί αποκλεισμοί, εξασφάλισαν την ελληνική «ουδετερότητα» μπροστά στις αλλεπάλληλες κρίσεις και επιμήκυναν τεχνητά, για μισόν αιώνα, την «Pax Ottomanica» στα Νότια Βαλκάνια. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό, ότι όλες οι επεκτάσεις του ελληνικού εδάφους στο 19ο αιώνα δεν αποτέλεσαν κατακτήσεις των Ελλήνων, αλλά επιβλήθηκαν από την Μεγάλη Βρετανία, στο πλαίσιο μιας πολιτικής «βαλκανικής ισορροπίας», που διακυβευόταν από την προώθηση των αυστριακών, γερμανικών και κυρίως, των ρωσικών επεκτατικών σχεδίων.
Έτσι, η αντικειμενική διάσταση ανάμεσα στα συμφέροντα της «»κατεστημένης» αστικής τάξης και στο λαϊκισμό της Μεγάλης Ιδέας, που ήταν ανεξίτηλα τυπωμένος στις συλλογικές συνειδήσεις των μικροαστικών στρωμάτων και των λαϊκών μαζών του ανεξαρτήτου βασίλειου, δεν εκφράστηκε ποτέ με ενάργεια. Οι πολιτικές επιλογές προκαταλαμβάνονταν από τη βρετανική κηδεμονία: εκείνη επέβαλε μόνιμα στην Ελλάδα μια στάση ουδετερότητας και μετριοπάθειας, που ταυτιζόταν απόλυτα με τα συμφέροντα των μεγαλοαστών της διασποράς, αφού πίεζαν και αυτοί προς την ίδια κατεύθυνση.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………..
Όταν, λοιπόν, το 1910 ο Βενιζέλος κατέλαβε την εξουσία, η ελληνική μεγαλοαστική τάξη για πρώτη φορά αποδέχθηκε ομόφωνα να ρίξει το πολιτικό, και κυρίως το οικονομικό της βάρος, στην προετοιμασία της αναδίπλωσης των «εθνικών πεπρωμένων». Κατά τον Λόυντ Τζώρτζ, επρόκειτο για την αντιπαράθεση του χριστιανικού πολιτισμού με την τουρκική βαρβαρότητα. Δυο χρόνια αργότερα, ξεσπάνε οι βαλκανικοί πόλεμοι του 1912-1912 και την επόμενη χρονιά αρχίζει ο Μεγάλος πόλεμος. Το ανατολικό ζήτημα βαίνει προς τη λύση του, ενώ για τους Έλληνες κεφαλαιούχους διακυβεύονται πια τα πάντα. Έτσι πολλαπλασιάζονται οι χρηματοδοτήσεις των στρατιωτικών δαπανών και διατίθενται άφθονα μέσα για την οργάνωση των άτακτων ομάδων στις παραμεθόριες περιοχές……..
Κ. Τσουκαλά, Εξάρτηση και αναπαραγωγή, σσ. 364-370
Το σημαντικότερο ιδεολογικό στοιχείο της πολιτικής ζωής, η Μεγάλη Ιδέα, δεν ήταν βεβαίως και στοιχείο ιδεολογικής διάκρισης: όλα τα κόμματα συμφωνούσαν γύρω από τα βασικά προβλήματα του ελληνικού αλυτρωτισμού. Η μόνη περιοχή διαφωνιών ήταν η τακτική που θα έπρεπε ν’ ακολουθήσει η εκάστοτε κυβέρνηση. Η παθολογική διόγκωση του αλυτρωτισμού αποδεικνύει την αποδέσμευση των κομμάτων από τις πραγματικότητες της οικονομικής αθλιότητας και της κοινωνικής αδικίας – ενώ από την άλλη πλευρά επέτρεπε και συντηρούσε αυτή την αποδέσμευση, αποσπώντας την προσοχή των κατωτέρων τάξεων από τα προβλήματά τους. Εννοείται ότι αυτό δεν σημαίνει ότι ο ελληνικός αλυτρωτισμός δημιουργήθηκε σε μιαν εσκεμμένη προσπάθεια να μεταστρέψει την προσοχή του λαού από τις αδικίες του συστήματος. Ο εθνικισμός ήταν φαινόμενο γενικό στην Ευρώπη του 19ου αιώνα, συνέπεια ενός εξαιρετικά περίπλοκου πλέγματος διεθνών και εσωτερικών συνθηκών. Απλοϊκή είναι επίσης και η άλλη, αρκετά κοινή άποψη, ότι η Μεγάλη Ιδέα ήταν «δημιούργημα» της αστικής τάξης. Μπορεί βέβαια να χρησιμοποιήθηκε πολιτικά από τα κόμματα, δεν ήταν, όμως, μια τακτική που «επέβαλαν» οι αστοί. Η προσπάθεια να μεταστρέφεται η προσοχή του λαού από τα εσωτερικά προβλήματα σε σωβινιστικές εξάρσεις είναι συνηθισμένη διέξοδος για κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν δυσκολίες.
Γ. Δερτιλή, Κοινωνικός μετασχηματισμός και στρατιωτική επέμβαση (1880-1909), σσ. 129-131
Με βάση τα παραθέματα και τις ιστορικές σας γνώσεις:
α) Να αναφερθείτε στο περιεχόμενο της «Μεγάλης Ιδέας».
β) Να παρουσιάσετε τις συγκυρίες κάτω από τις οποίες το όνειρο της εθνικής ολοκλήρωσης ενέπνευσε όλο τον ελληνικό λαό μαζί με τις άρχουσες τάξεις του παρά τις αρχικές τους
αντιδράσεις.
ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Η διαμόρφωση
αντιλήψεων επεκτατικού χαρακτήρα διαφόρων λαών εντατικοποιήθηκε στα τέλη του 19ου
και στις αρχές 20ου αφού ήταν πλέον εμφανές ότι ο διαμελισμός της
Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν αναπόφευκτος. Βέβαια, οι Έλληνες ήδη από το 1840
και μετά διαμόρφωσαν μια αντίληψη αλυτρωτισμού, μια ιδεολογία που στηριζόταν
στο όραμα της απελευθέρωσης νέων εδαφών και ανελεύθερων Ελλήνων που ονομάστηκε
«Μεγάλη Ιδέα».
ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ
α) Σύμφωνα με την ιστορική αφήγηση, η πρόοδος του εκτός των εθνικών συνόρων ελληνισμού ταλάνιζε το μικρό βασίλειο. Ενίσχυε την ιδέα ότι το υπάρχον κράτος ήταν τα θεμέλια απλώς για κάτι μεγαλύτερο. Η «Μεγάλη Ιδέα» που εκπορεύθηκε από αυτή την αντίληψη δημιουργούσε προσδοκίες για ολοκλήρωση του εθνικού οράματος, που προϋπέθετε σημαντική διεύρυνση των συνόρων. Αυτή λοιπόν η ιδεολογία που χαρακτήριζε την αστική τάξη του Ελληνικού Βασιλείου, σύμφωνα με τη δευτερογενή πηγή 1, δε γινόταν αποδεκτή από την ελληνική αστική τάξη που διαβιούσε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία η οποία αντιμετώπιζε με καχυποψία τα σχέδια επεκτατισμού της μικρής Ελλάδας. Αν και η διαφοροποίηση αυτών των αντιλήψεων, δεν έλαβε μορφή ανοιχτής πολιτικής σύγκρουσης, αυτό σχετιζόταν με το γεγονός ότι οι Έλληνες αρνήθηκαν τις επεκτατικές τους φιλοδοξίες υπό την πίεση της Αγγλίας που φρόντιζε την εδαφική ακεραιότητα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έτσι μέχρι το 1897 η Ελλάδα δεν ενεπλάκη σε ένοπλη αναμέτρηση με τους Τούρκους. Σε αυτό ευθυνόταν και η πίεση που ασκούσε η Αγγλία κυρίως ώστε η Ελλάδα να τηρεί ουδέτερη στάση και να διατηρείται έτσι η Οθωμανική Αυτοκρατορία και η ειρήνη στα Βαλκάνια. Ως αντάλλαγμα η Αγγλίας παραχώρησε εδάφη στην Ελλάδα ώστε να διατηρείται η ισορροπία δυνάμεων στα Βαλκάνια. Αυτή λοιπόν η διάσταση απόψεων μεταξύ γηγενών αστών και Ομογενών αστών δεν εκφράστηκε με σαφήνεια. Οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα αναγκάζονταν να τηρήσουν μια μετριοπαθή στάση που υπαγορευόταν από την Αγγλία αλλά και από τους Έλληνες της διασποράς. Η έντονη παρουσία όμως, σύμφωνα με την ιστορική αφήγηση, της εθνικής αυτής ιδεολογίας είχε επιπτώσεις στον πολιτικό και οικονομικό χώρο, ιδιαίτερα σε εποχές που τα προβλήματα έμοιαζαν με ανοικτές πληγές, στην περίπτωση της Κρήτης ή, αργότερα, της Μακεδονίας. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν στραμμένο το ενδιαφέρον τους μέσα σ΄ αυτές τις συνθήκες αποκλειστικά στα εσωτερικά ζητήματα, στην οικονομική ανόρθωση και τη γεφύρωση του χάσματος με τη Δύση. Η υλοποίηση του εθνικού οράματος μεγάλωνε το κόστος των προσπαθειών καθιστώντας συχνά τις οικονομικές πρωτοβουλίες έρμαια των εθνικών κρίσεων. Σύμφωνα, άλλωστε με τη δευτερογενή πηγή 2, όλα τα κόμματα συμφωνούσαν στο θέμα του αλυτρωτισμού, απλά ήταν διαφορετική η προσέγγιση υλοποίησής του. Η υλοποίηση της Μεγάλης Ιδέας σχετιζόταν με την προσπάθεια αποδέσμευσης από την οικονομική και κοινωνική ένδεια της Ελλάδας, ενώ συχνά αποπροσανατόλιζε τον απλό Έλληνα από τα καθημερινά του προβλήματα. Ωστόσο, σε καμία προσπάθεια δε διαμορφώθηκε για αυτό το σκοπό, αλλά υπήρξε απόρροια των εθνικιστικών τάσεων της Ευρώπης του 19ου αιώνα. Επίσης δε σχετίζεται με την αστική τάξη ως δημιούργημα, απλά ενίοτε έγινε μέσο μεταστροφής της προσοχής του λαού όταν οι κυβερνήσεις βρίσκονταν σε δεινή θέση.
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Από όλα τα παραπάνω είναι σαφές ότι η Μεγάλη Ιδέα καθόρισε την ιδεολογική ταυτότητα του ελληνικού κράτους κατά το 19ο αιώνα και παρά τις αρχικές αντιρρήσεις ή διαφωνίες, συνένωσε τελικά όλους τους Έλληνες γύρω από το όραμα της Μεγάλης Ελλάδας που υλοποιήθηκε τελικώς στις αρχές του 20ου αιώνα.
ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΥ ΦΕΝΙΑ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ Α.Π.Θ.