Επαναληπτικό διαγώνισμα στην ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ
ΘΕΜΑΤΑ
ΟΜΑΔΑ Α’
Α1. Να αποδώσετε
το περιεχόμενο των παρακάτω ορισμών: «Γενικός Οργανισμός Πελοποννήσου»,
«Διχοτόμηση του χαρτονομίσματος», «Μεγάλη Ιδέα».
Μονάδες 15
Α2. Να
αντιστοιχίσετε τα παρακάτω ιστορικά γεγονότα με τις αντίστοιχες ημερομηνίες:
ΣΤΗΛΗ Α’ |
ΣΤΗΛΗ Β’ |
Α’ Εθνοσυνέλευση Επιδαύρου |
1841 |
Πτώχευση Ελλάδας |
1912 - 1913 |
Ίδρυση Εθνικής Τράπεζας |
1774 |
Βαλκανικοί Πόλεμοι |
1893 |
Συνθήκη Κιουτσούκ Καϊναρτζή |
1821 |
Μονάδες 10
Β1. Ποιες
ήταν οι δυσκολίες που αντιμετώπισε το κράτος μετά την άφιξη των προσφύγων το 1922;
Πόσο επαρκής ήταν η αντίδραση του ελληνικού κράτους στην αποκατάσταση των
προσφύγων;
Μονάδες 12
Β2. Ποιοι
ήταν οι λόγοι που οδήγησαν στη δημιουργία πελατειακών δικτύων κατά την
προεπαναστατική περίοδο στην Ελλάδα;
Μονάδες 13
ΟΜΑΔΑ Β’
Γ1. Με βάση
τις ιστορικές σας γνώσεις και τα παραθέματα που ακολουθούν, να αναφερθείτε στα γεγονότα της Α’
και Β΄ Εθνοσυνέλευσης των Ελλήνων, καθώς και στις εμφύλιες αντιπαραθέσεις που
αναπτύχθηκαν μέχρι και το 1827.
Μονάδες 25
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
«Στην περίοδο 1821—1824 η επανάσταση
προόδευσε ραγδαία. Οι άτακτοι σχηματισμοί των κλεφτών και του νησιώτικου στόλου
κατόρθωσαν να καταλάβουν πολλά φρούρια και ν' αποκρούσουν όλες τις τουρκικές
εκστρατείες από στεριά και θάλασσα. […]
Παράλληλα με την εθνική πάλη, διεξάγεται
αυτή την περίοδο μια εσωτερική σύγκρουση για την ηγεσία της Επανάστασης, με
αντικείμενο τις πολιτικές και κοινωνικές αρχές του νέου υπό δημιουργία κράτους.
[…] Η πρώτη Εθνοσυνέλευση, που έγινε κοντά στην αρχαία Επίδαυρο, ψήφισε ένα
δημοκρατικό σύνταγμα (Ιανουάριος 1822), που καθίδρυε την πρώτη Γενική κυβέρνηση
της Ελλάδας, χωρίς όμως να καταργήσει τις τοπικές κυβερνήσεις. […] Το Σύνταγμα
της Επιδαύρου άφηνε όλη την εξουσία στους πρόκριτους. Από τ' άλλο μέρος, τα
πολεμικά γεγονότα είχαν αυξήσει την επιρροή των στρατιωτικών αρχηγών που
εκπροσωπούσαν ως ένα βαθμό την αγροτιά και που με τη σειρά τους διεκδικούσαν
ευρύτερη συμμετοχή στη διακυβέρνηση της χώρας. Έτσι η υφιστάμενη απ’ την αρχή
αντίθεση ανάμεσα στις δυο ομάδες κατέληξε το 1823-1824 σε ανοιχτό εμφύλιο πόλεμο.
Στην πρώτη φάση, οι πρόκριτοι των νησιών, που είχαν μάλλον αστικές τάσεις,
συμμαχώντας με το μεγαλύτερο μέρος των Πελοποννησίων προκρίτων, κατόρθωσαν ν'
απομακρύνουν τους στρατιωτικούς που είχαν αρχηγό τον Κολοκοτρώνη. Οι δυο ομάδες
των προκρίτων είχαν ήδη επιβάλει τη θέλησή τους στη δεύτερη Εθνοσυνέλευση που
συγκλήθηκε στο Άστρος (1823), που παρά τις φατριαστικές διαμάχες παρουσιάζει
για την οργάνωση του ελληνικού κράτους πραγματική πρόοδο. Καταργήθηκαν οι
τοπικές κυβερνήσεις και διατυπώθηκαν σαφέστερα οι σχετικές με τα ατομικά
δικαιώματα διατάξεις. Η συμμαχία ανάμεσα στους προκρίτους των νησιών και της
Πελοποννήσου δεν κράτησε πολύ. Ο εμφύλιος πόλεμος ξανάρχισε γρήγορα. Σ' αυτή τη
δεύτερη φάση, οι νησιώτες, υποστηριζόμενοι απ’ τα φιλελεύθερα στοιχεία και τους
διανοούμενους που μαζί τους συνδεόταν το μεγαλύτερο μέρος του λαού, επικράτησαν
σε βάρος των Πελοποννησίων προκρίτων και πήραν στα χέρια τους τις ελληνικές
υποθέσεις, έχοντας επικεφαλής τον Γ. Κουντουριώτη και τον Φαναριώτη Α.
Μαυροκορδάτο, τη διαπρεπέστερη πολιτική προσωπικότητα της Επανάστασης.»
Σβορώνος Ν., Επισκόπηση της Νεοελληνικής Ιστορίας, Θεμέλιο, Αθήνα 1983,
σ.67-69.
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
«Στα χρόνια του αποκαλούμενου από τους
συγχρόνους "δεύτερου εμφυλίου", οι εμπλεκόμενοι προετοιμάζονται για
μια "τελική" αναμέτρηση, που θα επιφέρει ακόμα και τη φυσική εξόντωση
του αντιπάλου. Βάσει της λογικής αυτής, η επικράτηση της μιας πλευράς θα έχει
ως αποτέλεσμα την ολοσχερή εξουδετέρωση και καταστροφή της άλλης. […]
Ανεξάρτητα
λοιπόν από την εξέλιξη της κατάστασης, τα εμπλεκόμενα μέρη προετοιμάζονται να
αντιμετωπίσουν τον αντίπαλο με όρους τελικής επικράτησης —κι αυτό συνιστά τη
μέγιστη ασυνέχεια στα πολιτικά ήθη της κατακτημένης κοινωνίας. Η λογική που
κυριαρχεί στη συγκυρία αυτών των συγκρούσεων είναι η εξής: ή "αυτοί"
ή οι "άλλοι", που μπορεί και να σημαίνει ή "όπως και πριν"
ή "ποτέ πια όπως πριν". […]
Και
αυτό συμβαίνει διότι όταν τα στρατεύματα της διοίκησης εισβάλουν στην
Πελοπόννησο, όταν δηλαδή εισβάλει στον τόπο ένας στρατός "από άλλο
τόπο", ο οποίος σχεδιάζει να καταστρέψει, να λεηλατήσει, να αφανίσει και
έπειτα να αποχωρήσει, οι προύχοντες αντιλαμβάνονται ότι στον πόλεμο
διακυβεύονται όχι μόνο οι όροι αναπαραγωγής της κοινωνικής και πολιτικής τους
ηγεμονίας, αλλά και η ίδια τους η ύπαρξη, η ζωή των ίδιων και των οικογενειών
τους. Έτσι λοιπόν η σύγκρουση κατανοείται πλέον ως αγώνας επιβίωσης. Όπως είναι
και ο αγώνας ενάντια στον Οθωμανό κατακτητή.»
Ροτζώκος Ν., Επανάσταση και Εμφύλιος στο Εικοσιένα, Πλέθρον/ Δοκιμές, Αθήνα
1997, σ.185-186.
Δ1. Με αφορμή την ιστορική αφήγηση και τις πηγές που ακολουθούν, να επισημάνετε τα αποτελέσματα των Βαλκανικών Πολέμων (1912 – 1913) για την Ελλάδα.
Μονάδες 25
ΚΕΙΜΕΝΟ Α
«Ο αστικός επί παραδείγματι πληθυσμός δεν
εδιπλασιάσθη. Επολλαπλασιάσθη. Η Θεσσαλονίκη, τα Ιωάννινα, η Καβάλα, αι Σέρραι,
η Νιάουσα, η Βέρροια, η Κοζάνη, τα Χανιά, η Χίος, η Μυτιλήνη, το Ηράκλειον,
ήσαν πόλεις με παρελθόν εμπορικό, με ηθικήν ακμήν και πνευματικήν παράδοσιν. Η
αστική τάξις ενισχύετο δια νέων προοδευτικών στοιχείων.
Η γεωργική οικονομία ήλλαξε σχεδόν όψιν. Είχεν εσχάτως
καταντήσει να εξαρτάται από τη σταφίδα. Η καπνοπαραγωγή των βορείων
περιφερειών, η ελαιουργία των νήσων, η δασοκομία της Μακεδονίας, της έδωκαν
ευρωστίαν και ποικιλίαν.
Η βιομηχανία ήτο παράσιτος. Τώρα καθίστατο αληθής παράγων
εθνικού πλούτου. Από 115 εκατομμύρια, η βιομηχανική εξαγωγή υπερέβη τα 200
εκατομμύρια χρυσών δραχμών.
Δια των μεγάλων νήσων του Αιγαίου, η Ελλάς επλησίαζε προς τας
πηγάς της εθνικής της δυνάμεως. Η Ήπειρος και η Μακεδονία την έφεραν εις γεωγραφικήν
επαφήν με τον πολιτισμόν της Δύσεως.
Η εσωτερική ανάπτυξις και ακμή της χώρας ωχυρώθησαν με
εξωτερικάς ασφαλείας. Η συνθήκη του Βουκουρεστίου έδιδεν εις την Ελλάδα
συμμάχους, οίτινες από κοινού μετ' αυτής ηγγυώντο δια το νέον βαλκανικόν
καθεστώς.»
Βεντήρης Γ., Η Ελλάς του 1910-1920. Ιστορική μελέτη, τ.1, Αθήνα 1931, σ.180.
ΚΕΙΜΕΝΟ Β
«Πιο ανυπέρβλητο εμπόδιο
για την αφομοίωση των Νέων Χωρών υπήρξε ασφαλώς η συμπαγής παρουσία πληθυσμών
πράγματι αλλοεθνών (ή πάντως χωρίς εμπεδωμένη ελληνική εθνική συνείδηση). Αυτό
είναι ακόμη δυσκολότερο να συλλάβουμε σήμερα, εθισμένοι καθώς είμαστε στην
κατάσταση που δημιουργήθηκε μόνο μετά το 1922, χάρη στην ανταλλαγή των
πληθυσμών (με την Τουρκία, αλλά και τη Βουλγαρία). Σε οξεία αντίθεση με την
εθνική ομοιογένεια της Παλαιάς Ελλάδας, ο όγκος των Νέων Χωρών (Λέσβος, Κρήτη,
Ήπειρος και προπαντός Μακεδονία) αποτελούσε ακόμη, το 1912-13, οθωμανικό
μωσαϊκό εθνοτήτων, όπου οι ελληνικές ψηφίδες δεν πλειοψηφούσαν σε πολλές
περιοχές. "Δεν έχει ουδέν το Ελληνικόν" έγραφε για τη Θεσσαλονίκη
ένας από τους αξιωματικούς που μπήκαν στην πόλη σαν "απελευθερωτές". Για
τους Έλληνες των Νέων Χωρών, η απελευθέρωση δεν ανταποκρίθηκε αμέσως στις
προσδοκίες τους. Στην Ήπειρο και τη Μακεδονία. Αλβανοί, Τούρκοι και Βούλγαροι
(ή πάντως Σλάβοι) εξακολουθούσαν να ελέγχουν το μεγαλύτερο μέρος της αγροτικής
γης. Στην ίδια τη Θεσσαλονίκη, η ισπανοεβραϊκή κοινότητα εξακολουθούσε να
ελέγχει την οικονομική ζωή. Ενώ παρέμεναν εχθρικοί ή πάντως επιφυλακτικοί
απέναντι στο ελληνικό κράτος, οι αλλοεθνείς πληθυσμοί δεν μπορούσαν ούτε να
εκδιωχθούν, αλλά ούτε και να αποκλειστούν από τα πολιτικά δικαιώματα που
συνεπαγόταν η ελληνική υπηκοότητα.»
Μαυρογορδάτος Γ., «Από την ομοψυχία στο διχασμό», Βαλκανικοί
πόλεμοι, Ελευθεροτυπία-Ιστορικά 24 (30.3.2000), σ.44.
ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΥ ΦΕΝΙΑ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ Α.Π.Θ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου