Wikipedia

Αποτελέσματα αναζήτησης

Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2023

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟΥ ΣΧΟΛΙΟΥ

Ν. ΕΓΓΟΝΟΠΟΥΛΟΣ

Δοκίμιο περί της ανισότητος των ανθρωπίνων φυλών

Συσχετίζοντας τον τίτλο με το περιεχόμενο του ποιήματος, να σχολιάσετε το θέμα που πιστεύετε ότι τίθεται στο ποίημα. Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με κειμενικές ενδείξεις.

Η αναφορά περί ανισότητος είναι ο τίτλος του βιβλίου του Άρθουρ Ιωσήφ Γκομπινό, για να υποστηρίξει την ανωτερότητα της αρίας φυλής. Το βιβλίο του υπήρξε ανασκευασμένο και εξελιγμένο ευαγγέλιο των χιτλερικών. Αυτός είναι ο λόγος που ο Νίκος Εγγονόπουλος χρησιμοποιεί ως τίτλο ενός αντιρατσιστικού ποιήματος τον τίτλο του Γκομπινό, με προμετωπίδα «ξεχνιέται ο Αδόλφος Χίτλερ;». Ο ποιητής επιλέγει να εστιάσει όχι στην κοινή ρίζα των ανθρώπων αλλά στο αναπόδραστο τέλος για να αναδείξει το εφήμερο της ζωής ως «τερατώδες κοινό γνώρισμα τ ανθρώπου». Το ποίημα αφορμάται από ένα κοινωνικό και πολιτικό φαινόμενο, πολυδιάστατο, παγκόσμιο και, όπως αποδεικνύεται διαρκώς, ανατριχιαστικά διαχρονικό, τον ρατσισμό, τη μισαλλοδοξία, την εχθρική αντιμετώπιση του «άλλου», του ανθρώπου που φέρει διαφορετική φυλετική, εθνική, θρησκευτική ταυτότητα. Δεν έχει γίνει συνείδηση των ανθρώπων σήμερα, τόσα χρόνια μετά τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τη θανάτωση εκατομμυρίων αθώων ανθρώπων σε αυτά, πως ο ρατσισμός αποτελεί μια κακοφορμισμένη πληγή για την κοινωνία μας και πως εξακολουθούν να υπάρχουν ανάμεσά μας άνθρωποι που δεν ξέχασαν τον Αδόλφο Χίτλερ και λατρεύουν ακόμα τις ιδέες του.

Κειμενικές ενδείξεις (ενδεικτικά):

Ο τίτλος του ποιήματος, που είναι ειρωνικός.

Η ρητορική ερώτηση («ξεχνιέται ο Αδόλφος Χίτλερ;»), που προσδίδει ζωντάνια, αμεσότητα και παραστατικότητα, ενώ, παράλληλα, θέλει να αφυπνίσει και να προβληματίσει, υπενθυμίζοντας ένα πρόσωπο που σημάδεψε την παγκόσμια ιστορία και έβαψε με το αίμα χιλιάδων αθώων τις σελίδες της. Ουσιαστικά τονίζει ότι δεν πρέπει να ξεχαστεί ο άνθρωπος που αιματοκύλησε την ανθρωπότητα. Τίθεται μάλιστα στην αρχή ως προβληματισμός προκειμένου να «μην ξεχάσουμε τον Χίτλερ.

Η αξιοποίηση της μεικτής γλώσσας («των αδυνάτων αδύνατο», «ποτές δεν εκατάφερα», «γιομάτοι μίσος») και του λιτού, προφορικού, κουβεντιαστού λόγου σε συνδυασμό με τον εσωτερικό μονόλογο του ποιητή εκφράζει τον προβληματισμό του και απευθύνεται με τόνο ειρωνικό, πίκρα και κριτική διάθεση σε όσους διακρίνουν τους ανθρώπους σε ανώτερους και κατώτερους, διακατέχονται από μίσος γι αυτούς που έχουν διαφορετικό χρώμα ή θρησκεία και προέρχονται από διαφορετική φυλή.

Η χρήση α προσώπου, που προσδίδει αμεσότητα και οικειότητα, απηχεί τις προσωπικές απόψεις του ποιητικού υποκειμένου το οποίο καταδικάζει απερίφραστα τις αντιλήψεις περί διάκρισης των ανθρώπων και τις αποτρόπαιες πολιτικές που βασίστηκαν σε αυτές. 

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ Α.ΧΙΟΝΗ

«ΤΑ ΧΕΡΙΑ»

ΘΕΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ

Η πικρία και η απογοήτευση του ποιητικού υποκειμένου για την αδυναμία των ανθρώπων να χρησιμοποιήσουν σωστά τα χέρια τους που δηλώνει την αποξένωση και την απομάκρυνση των ανθρώπων μεταξύ τους.

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΟΙ ΚΕΙΜΕΝΙΚΟΙ ΔΕΙΚΤΕΣ

v Τίτλος = προϊδεάζει το θέμα του ποιήματος και τον προβληματισμό του για τη χρήση τους/ έμφαση

v Γ’ ρηματικό πρόσωπο = αποστασιοποίηση του ποιητικού υποκειμένου από τον τρόπο που αξιοποιούν άσκοπα τα χέρια τους οι σύγχρονοι άνθρωποι/ αντικειμενικότητα στις παρατηρήσεις τους/ καθολικότητα του προβλήματος

v Χρήση διπλής παύλας= παρατίθενται τα ειρωνικά σχόλια του ποιητή για την αμήχανη και άστοχη χρήση των χεριών που υποδηλώνει την ψυχρότητα των ανθρώπινων σχέσεων στην εποχή μας

v Παρομοίωση = εκφράζεται η αδυναμία και απουσία ζωντάνιας στον τρόπο που οι άνθρωποι κρεμούν τα χέρια τους, δηλώνοντας την ανθρώπινη ανημποριά και απροσωπία της εποχής/ εκφραστική δύναμη – ζωηρότητα στο λόγο

v Εικονοπλαστικός λόγος = περιγράφονται οι επιπτώσεις της άχρηστης και άγονης χρήσης των χεριών, καθώς οι άνθρωποι ξεχνούν να αγκαλιάσουν το συνάνθρωπό τους, ωστόσο παράλληλα απομακρύνονται από την ενασχόληση με την Τέχνη και δη την ποίηση/ ωραιοποίηση λόγου, αισθητική απόλαυση δέκτη, αμεσότητα - ζωντάνια

Διαπίστωση επίκαιρη στη σύγχρονη εποχή γιατί:

v Κυριαρχία τεχνολογίας έχει αποξενώσει τους ανθρώπους μεταξύ τους

v Πνεύμα καταναλωτισμού και υλισμού έχουν απομακρύνει τον άνθρωπο από την ουσία των διαπροσωπικών σχέσεων και την ενασχόληση με τα πνευματικά

v Πανδημία/ καραντίνα/ υγειονομική κρίση επέτειναν την ψυχρότητα στην εκδήλωση των ανθρώπινων συναισθημάτων μέσα από ενέργειες όπως η χειραψία, η αγκαλιά, το φιλί

v Συνθήκες αφιλόξενου περιβάλλοντος στα αστικά κέντρα – έξαρση φαινομένων κοινωνικής παθογένειας διαμορφώνουν κλίμα αμηχανίας και απάθειας στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ανθρώπινη επαφή 


ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΥ ΦΕΝΙΑ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ Α.Π.Θ.

 

ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΟΣ «Η ΣΟΝΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ»

Η ηρωίδα, σ’ ένα από τα πιο δυνατά σημεία του ποιήματος, περνά την αφήγησή της στις στιγμές εκείνες που, ίσως ως ανάμνηση του παρελθόντος, έχει την αίσθηση πως έξω από τα σπίτια περνά ο αρκουδιάρης με την ταλαιπωρημένη και βρόμικη αρκούδα του. Ένα πέρασμα αργό και βασανιστικό, αφού η αρκούδα είναι πια γριά και πολύ βαριά, και σηκώνει καθώς περπατά ένα σύννεφο σκόνης, το οποίο είναι σαν ιδιότυπο θυμίαμα του απόβραδου.

Ο υπαινικτικός και αλληγορικός παραλληλισμός ανάμεσα στην πορεία της γερασμένης αρκούδας και τη ζωή μιας γυναίκας, αποδίδει με ιδιαίτερη σκληρότητα το απαιτητικό και βασανιστικά ψυχοφθόρο πλαίσιο των αξιώσεων που υπήρχε απέναντι στη γυναίκα των περασμένων δεκαετιών.

Ο αρκουδιάρης φτάνει στην περιοχή αργά πια, όταν τα παιδιά έχουν επιστρέψει στο σπίτι από το παιχνίδι τους για να δειπνήσουν, κι οι γονείς τα κρατούν μέσα, έστω κι αν εκείνα ακούν ή αντιλαμβάνονται το αργό περπάτημα της γριάς αρκούδας. Κι εκείνη κουρασμένη περπατά, χωρίς να ξέρει ή να μπορεί να ελέγξει προς τα που, έχοντας κερδίσει μόνο τη σοφία που της προσέφερε η για χρόνια μοναχική της πορεία. Σοφία που της υπενθυμίζει πως παρά την κούρασή της οφείλει να ακολουθεί το αφεντικό της, διότι η όποια απειθαρχία στη θέλησή του θα έχει για εκείνη επώδυνες κυρώσεις.  

Η αρκούδα που έχει πια γεράσει δεν μπορεί να εκτελεί το συνηθισμένο της πρόγραμμα∙ δεν μπορεί πια να χορεύει και να φορά τη δαντελένια σκουφίτσα -που έκανε πιο αισθητή τη συσχέτισή της με μια γυναίκα-, για να διασκεδάζει τα παιδιά, τους αργόσχολους και τους απαιτητικούς. Η όλη σκηνοθεσία της παράστασης, που για χρόνια έδινε και δίνει η αρκούδα, υποδηλώνουν έμμεσα τη διαρκή υποχρέωση της γυναίκας να παραμερίζει τις δικές της ανάγκες και να πασχίζει για να ευχαριστήσει όλους τους άλλους γύρω της. Είναι η μάνα που αδιάκοπα προστρέχει στις επιθυμίες και στις ανάγκες των παιδιών της∙ είναι η σύζυγος που οφείλει να φροντίζει τις απαιτήσεις του άντρα της∙ μα συνάμα είναι κι η ερωμένη που οφείλει να στολίζει τον εαυτό της, προκειμένου να είναι αρεστή και αποδεκτή. Η αναφορά, μάλιστα, στη «δαντελένια σκουφίτσα», στο στοιχείο καλλωπισμού της αρκούδας, υπαινίσσεται την αντιμετώπιση της γυναίκας ως διακοσμητικού στοιχείου στο πλαίσιο της κοινωνικής και ατομικής της ζωής.

Το πέρασμα του χρόνου και η συνεχής προσπάθεια, ωστόσο, έχουν κουράσει τόσο πολύ την αρκούδα, ώστε είναι πια έτοιμη να δηλώσει τη διάθεσή της για παραίτηση απ’ όλη αυτή την αδιάκοπη εκμετάλλευση και υποτίμηση που βιώνει. Είναι έτοιμη να αντιδράσει απέναντι στα συμφέροντα των άλλων, απέναντι στις ίδιες της τις ανάγκες, αλλά και απέναντι στη ζωή, αφήνοντας τον εαυτό της στην έστω αργή έλευση του θανάτου. Είναι, πολύ περισσότερο, έτοιμη ακόμη και να δείξει την ανυπακοή της απέναντι στο θάνατο, κερδίζοντας τη μάχη μαζί του μέσα από τη συνέχεια της ζωής, αλλά και μέσα από την επώδυνα αποκτημένη γνώση της ζωής, που μπορεί να προχωρήσει πέρα και πάνω απ’ τη σκλαβιά της. Η ύστατη αυτή ανυπακοή μπορεί να βρει την έκφρασή της μέσα από τη δράση των απογόνων της (μεταφορικά των παιδιών της αρκούδας – κυριολεκτικά των νέων γυναικών), καθώς κάθε επόμενη γενιά είναι μια συνέχεια της ζωής, και άρα μια νίκη απέναντι στο θάνατο, και συνάμα η γνώση, η επίγνωση και η συνειδητοποίηση της σκλαβιάς μεταφερόμενες στις επόμενες γενιές λειτουργούν αφυπνιστικά γι’ αυτές και τις ωθούν σε μια καίρια αντίδραση.

Η ανυπακοή της αρκούδας στα συμφέροντα των άλλων και στους κρίκους των χειλιών της που την κρατούν αιχμαλωτισμένη, και την καθιστούν για χρόνια αντικείμενο εκμετάλλευσης, δεν μπορεί, ωστόσο, να εκφραστεί με άλλο τρόπο, πέρα από τη συνέχιση της κερδοφόρας για τον αρκουδιάρη παρουσίας της, με το τελευταίο της παιχνίδι∙ με το να πλαγιάσει στο χώμα και να αφήσει τα παιδιά να πατάνε πάνω στην κοιλιά της. Ακόμη κι η εγκατάλειψη της προσπάθειας, ακόμη και η ανυπακοή της αρκούδας, αφήνει τελικά περιθώρια για να συνεχιστεί η εκμετάλλευσή της∙ με μόνη διαφορά πως πλέον δεν θα προσπαθεί, θα δέχεται απλώς παθητικά την παιχνιδιάρικη διάθεση των μικρών της πελατών να ασχολούνται μαζί της.

Η τελική ανυπακοή, πάντως, της αρκούδας απέναντι στο θάνατο μπορεί να λάβει ένα είδος δικαίωσης μόνο με τη συνέχεια της ζωής, μέσω των απογόνων, καθώς και με το πέρασμα της αποκτημένης γνώσης στις επόμενες γενιές ως μέσου προειδοποίησης και ως κάλεσμα για έγκαιρη αντίδραση.

Η ανυπακοή απέναντι στον πόνο και στη ζωή είναι, βέβαια, ένας αγώνας που η αρκούδα γνωρίζει πως δεν μπορεί να κερδίσει, γι’ αυτό κι είναι διατεθειμένη να τον εγκαταλείψει παραιτούμενη απ’ την ίδια τη ζωή, έστω κι αν αντιλαμβάνεται πως ο θάνατος δεν μπορεί να επέλθει τόσο γρήγορα ή τόσο απλά.

Όπως δηλώνεται μέσα από το ρητορικό ερώτημα του ποιήματος «Μα ποιος μπορεί να παίξει ως το τέλος αυτό το παιχνίδι;», η σκλαβιά της αρκούδας συνεχίζεται χωρίς δυνατότητα διαφυγής κι εκείνη αναγκάζεται να υπακούσει στο λουρί και στους κρίκους της∙ αναγκάζεται να υποταχθεί στα δεσμά της. Διαπίστωση που υποδηλώνει το μάταιο κάθε προσπάθειας της αρκούδας να αντιδράσει απέναντι στην αιχμαλωσία της.

Η αρκούδα αναγκάζεται να συνεχίσει την παράστασή της χαμογελώντας με τα σκισμένα της χείλη στις πενταροδεκάρες που της ρίχνουν∙ λέγοντας ευχαριστώ, γιατί οι αρκούδες που γεράσανε το μόνο που έμαθαν να λένε είναι ευχαριστώ. Μια πολύ έντονη αποτύπωση της σκλαβιάς που βιώνουν οι γυναίκες και μια ακόμη πιο σκληρή υπενθύμιση πως είναι όχι μόνο αναγκασμένες να πασχίζουν για την ελάχιστη αναγνώριση απ’ τη μεριά των άλλων, μα και να τους ευχαριστούν για τα ψήγματα ανταπόδοσης που τους δίνουν.

Ο Γιάννης Ρίτσος είτε γιατί έχει κατά νου μια προγενέστερη εποχή είτε γιατί δε διστάζει να φανερώσει και τις πλέον σκληρές πτυχές του βίου των γυναικών, υπαινίσσεται στοιχεία πολύ επώδυνα, τα οποία φέρνουν στην επιφάνεια την ιδιότυπη σκλαβιά των περισσότερων γυναικών, που είναι αναγκασμένες να ζουν για τους άλλους, και να πασχίζουν για τη φροντίδα των άλλων.

Για την αρκούδα-γυναίκα το ζήτημα δεν είναι πια οι απλές χαρές της ζωής και η ανάγκη για ελευθερία, είναι πολύ περισσότερο ζήτημα επιβίωσης, εφόσον η γερασμένη αρκούδα έχει φτάσει στο έσχατο σημείο να θέλει πια να παραιτηθεί πλήρως απ’ τη ζωή, τόσο εξαντλημένη απ’ την αθλιότητα της αιχμαλωσίας της. Και ως στοιχείο εμφανέστατης αντίθεσης, απέναντι στη γερασμένη αρκούδα βρίσκονται τα μικρά παιδιά, που της ρίχνουν πενταροδεκάρες, για να την ανταμείψουν για τη διασκέδαση που τους προσφέρει. Κίνηση που θα μπορούσε να θεωρηθεί εξαιρετικά μειωτική, αν δεν προερχόταν από ανυποψίαστα παιδιά, τα οποία σαφώς και δεν αντιλαμβάνονται το δράμα που παίζεται μπροστά στα μάτια τους. Έτσι, τα μικρά παιδιά διατηρούν την ομορφιά τους -κυρίως την εσωτερική ομορφιά τους-, ακριβώς γιατί δεν κατανοούν σε ποιου είδους μαρτύριο συναινούν με την παρουσία και με τις πενταροδεκάρες τους.  

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2023

 ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ

ΚΕΦΑΛΑΙΑ Α,Β, Γ, Δ, Ε ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ - ΚΡΗΤΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

ΟΜΑΔΑ Α’

Α1. Να αποδώσετε το περιεχόμενο των παρακάτω ιστορικών εννοιών: «Ηνωμένη Αντιπολίτευσις», «Ροπαλοφόροι», «Κοινωνιολογική Εταιρεία».

Μονάδες 15

Α2. Να αντιστοιχίσετε τα παρακάτω γεγονότα με τις κατάλληλες ημερομηνίες:

ΣΤΗΛΗ Α

ΣΤΗΛΗ Β

Συμφωνία Μουρνιών Κυδωνίας

4 Αυγούστου 1936

Ομιλία Βενιζέλου στην πλατεία Συντάγματος Αθήνα

2 Νοεμβρίου 1905

Επιβολή Δικτατορίας Μεταξά

1903

Οργάνωση Λεπροκομείου Σπιναλόγκας

30 Μαΐου 1913

Συνθήκη Λονδίνου

5 Σεπτεμβρίου 1910

 

Μονάδες 10

Α3. Ποια ήταν τα αποτελέσματα της Επανάστασης στο Θέρισο (1905);

Μονάδες 12

Α4. Να αναφερθείτε στα πολιτικά γεγονότα της περιόδου 1928 – 1933 στην Ελλάδα.

Μονάδες 13

ΟΜΑΔΑ Β΄

Γ1. Με βάση τις ιστορικές σας γνώσεις και τα ιστορικά παραθέματα που ακολουθούν, να αναφερθείτε στα γεγονότα του κινήματος στο Γουδί (15 Αυγούστου 1909).

Μονάδες 25

 

ΠΗΓΗ 1

Σε αυτές τις συνθήκες ιδρύθηκε, τον Μάιο του 1909, ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος, μια οργάνωση κατώτερων αξιωματικών. Τα μέλη του Συνδέσμου δυσφορούσαν τόσο για το ότι η βασιλική οικογένεια προωθούσε τους ευνοούμενους της στο στράτευμα όσο και για την κακή κατάσταση των ενόπλων δυνάμεων.

Η πολιτική ηγεσία επιχείρησε, αρχικά, να διαπραγματευτεί με τον Σύνδεσμο. Όταν, όμως, προσπάθησε, στις 12 Αυγούστου 1909, να συλλάβει την ηγεσία του, ο Σύνδεσμος, αφού ανέθεσε την αρχηγία του στον συνταγματάρχη Νικόλαο Ζορμπά, προχώρησε, στις 15 Αυγούστου 1909, στην εκδήλωση κινήματος με κέντρο το στρατόπεδο στο Γουδί (περιοχή της Αθήνας). Καθώς η κυβέρνηση δεν διέθετε δυνάμεις για να αντιμετωπίσει τους κινηματίες, δέχτηκε τους όρους τους. Τότε αυτοί επέστρεψαν στις θέσεις τους, διατηρώντας, ωστόσο, στο ακέραιο την οργάνωσή τους.

Ο Σύνδεσμος ζητούσε, κυρίως, την αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων. Αυτό πρακτικά σήμαινε την απομάκρυνση από το στράτευμα των πριγκίπων, δηλαδή του διαδόχου Κωνσταντίνου και των άλλων γιων του βασιλιά, αίτημα που ικανοποιήθηκε αμέσως. Η κίνηση αυτή αποτελούσε προΰπόθεση για την κατάργηση της ευνοιοκρατίας και την ανεμπόδιστη βαθμολογική εξέλιξη όλων των αξιωματικών. Παράλληλα, η ηγεσία του κινήματος διατύπωσε και κάποια γενικότερα, αν και θολά, αιτήματα που αφορούσαν μεταρρυθμίσεις στη διοίκηση του κράτους, στην οικονομία, στη δικαιοσύνη και στην εκπαίδευση.

Το γεγονός ότι οι μη στρατιωτικοί στόχοι του κινήματος ήταν γενικοί και αόριστοι δεν εμπόδισε την υιοθέτηση τους από την ελληνική κοινωνία. Αντιθέτως, μάλλον συνέβαλε στο να λειτουργήσει το κίνημα του 1909 ως καταλύτης που προκάλεσε μια έκρηξη γενικότερων λαϊκών αιτημάτων, τα οποία στρέφονταν κατά της «συναλλαγής» και συνοψίζονταν στο αόριστο αλλά σίγουρα επιτακτικό αίτημα της «Ανόρθωσης» του κράτους.

Στις 14 Σεπτεμβρίου 1909 ο λαός της Αθήνας, μ’ ένα εντυπωσιακό συλλαλητήριο που οργανώθηκε από τον Σύνδεσμο και διάφορες επαγγελματικές οργανώσεις, εξέφρασε την υποστήριξή του προς το κίνημα.

ΠΗΓΗ 2

 «Ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος ποθεί όπως η θρησκεία μας υψωθή εις τον εμπρέποντα ιερόν προορισμό της, όπως η Διοίκησις της χώρας καταστή χρηστή και έντιμος, όπως η Δικαιοσύνη απονέμεται ταχέως μετ’ αμεροληψίας και ισότητος προς άπαντας εν γένει τους πολίτας αδιακρίτως τάξεως, όπως η Εκπαίδευσις του Λαού καταστή λυσιτελής διά τον πρακτικόν βίον και τας στρατιωτικάς ανάγκα της χώρας [...] και τέλος όπως τα οικονομικά ανορθωθώσι, [...], ώστε αφ’ ενός μεν ο σχεδόν πενόμενος ελληνικός λαός ανακουφισθή εκ των επαχθών φόρων, ους ήδη καταβάλλει και οίτινες ασπλάχνως κατασπαταλώνται προς διατήρησιν πολυτελών και περιττών υπηρεσιών και υπαλλήλων, χάριν της απαισίας συναλλαγής, αφ’ ετέρου δε καθορισθώσι θετικώς τα όρια εντός των οποίων δύνανται ν’ αυξηθώσιν αι δαπάναι διά την στρατιωτικήν της χώρας παρασκευήν και διά την συντήρησιν του στρατού και του στόλου εν ειρήνη.»

Ν. Ζορμπάς, Απομνημονεύματα, Αθήνα 1925, σ. 17.

ΘΕΜΑ Δ1

Λαμβάνοντας υπόψη τα κείμενα που ακολουθούν και αξιολογώντας τις ιστορικές σας γνώσεις, να αναφερθείτε στα αίτια σύγκρουσης του βασιλιά με το Βενιζέλο και στα γεγονότα του εθνικού διχασμού μέχρι και τη συγκρότηση της κυβέρνησης Βενιζέλου στην Θεσσαλονίκη.

Μονάδες 25

ΚΕΙΜΕΝΟ Ι

Η απόσταση ανάμεσα στους δύο άνδρες δεν είναι τυχαία. Ο Κωνσταντίνος και ο Βενιζέλος συνεργάστηκαν στους βαλκανικούς πολέμους, ως στρατιωτικός ηγέτης της Ελλάδας ο ένας ως διπλωματικός ο άλλος, και συνέχισαν μετά την ανάρρηση του Κωνσταντίνου στο θρόνο το 1913 , όταν δολοφονήθηκε ο πατέρας του. Η έκρηξη όμως του Α΄ Παγκοσμίου πολέμου το επόμενο έτος οδήγησε σε μια ανεπανόρθωτη ρήξη μεταξύ τους. Ο βασιλιάς Κωνσταντίνος ήταν πεισμένος για την ανωτερότητα των γερμανικών όπλων κι ήθελε να παραμείνει η Ελλάδα ουδέτερη. Ο Βενιζέλος , εξίσου πεισμένος ότι θα θριάμβευε η Αντάντ, ήταν υπέρ της παρέμβασης στο πλευρό των Αγγλογάλλων. Η σύγκρουση τους έθεσε επί τάπητος το ζήτημα της συνταγματικής θέσης του θρόνου και έριξε τη χώρα στη χειρότερη πολιτική κρίση της ιστορίας της. Τελικά οι Δυνάμεις της Αντάντ παρενέβησαν χωρίς να πολυνοιαστούν για τους καλούς τρόπους που επιτάσσει το διεθνές Δίκαιο και το 1917 ο Κωνσταντίνος οδηγήθηκε σε αναγκαστική εξορία. Η Θεσσαλονίκη έπαιξε κάθε άλλο παρά αμελητέο ρόλο σ΄ αυτά τα γεγονότα καθώς το 1916 ο Βενιζέλος σχημάτισε δική του προσωρινή κυβέρνηση εκεί και η αντιπαλότητα της πόλης με την Αθήνα πήρε νέο θανάσιμο νόημα.

 Μ. Μazower , Θεσσαλονίκη, Πόλη των Φαντασμάτων, Χριστιανοί, Μουσουλμάνοι και Εβραίοι. 1453 – 1950,εκδ. Αλεξάνδρεια, Αθήνα 2006, σελ. 366

ΚΕΙΜΕΝΟ ΙΙ

Το 1913, ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ δολοφονείται στη Θεσσαλονίκη και τον διαδέχεται ο γιος του, Κωνσταντίνος Α΄. Η ρήξη δεν άργησε να έρθει μεταξύ των δύο πολιτικών ηγετών. Το 1915, ξεκινούν οι διαφωνίες και ο Βενιζέλος παραιτείται, μια κίνηση που δηλώνει από τη μία πράξη διαμαρτυρίας και από την άλλη ήθελε την επιβεβαίωση του λαού ότι τον επιθυμούσε για Πρωθυπουργό. Στις εκλογές του 1915, λαμβάνει την επιβεβαίωση που ζητούσε, καθώς επανεκλέγεται, αλλά μετά από λίγους μήνες ο Βενιζέλος καταθέτει για ακόμη μια φορά την παραίτησή του, λόγω των διαφωνιών του με τον Βασιλιά Κωνσταντίνο.

Λίγο αργότερα, ο Βενιζέλος θα μεταβεί στη Θεσσαλονίκη και θα σχηματίσει επαναστατική κυβέρνηση, γνωστή ως «Κυβέρνηση Εθνικής Αμύνης». Επρόκειτο για μια κυβέρνηση, ουσιαστικά, που δεν ήταν νόμιμη, αλλά αυθαίρετη, και με διάφορα μέσα προσπαθεί να καταλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας. Έτσι, λοιπόν, έχουμε από τη μια μεριά τον Κωνσταντίνο στην Αθήνα και από την άλλη τον Βενιζέλο στη Θεσσαλονίκη.

Ουσιαστικά, ολόκληρη η φύση του Εθνικού Διχασμού στηριζόταν στο εξής δίλημμα: να εισέλθει η Ελλάδα στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ή όχι; Και αν ναι, με ποια μεριά; Με τις Κεντρικές Δυνάμεις ή με τους Συμμάχους; Έτσι, ο Κωνσταντίνος υποστήριζε την ουδετερότητα της χώρας, καθώς η είσοδος στον πόλεμο με τη γερμανική πλευρά δε μπορούσε να πραγματοποιηθεί λόγω της ένταξης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Βουλγαρίας, άμεσων αντιπάλων της Ελλάδας, με τις Κεντρικές Δυνάμεις. Από την άλλη, ο Βενιζέλος είχε διαφορετικά σχέδια. Ονειρευόταν περισσότερα εδάφη για την Ελλάδα, καθώς ήθελε να απελευθερώσει τους αλύτρωτους ελληνικούς πληθυσμούς. Έτσι, επιθυμούσε η Ελλάδα να εισέλθει στον πόλεμο και συγκεκριμένα, στο πλευρό της Entente, που προέβλεπε ότι θα βγει νικήτρια από αυτόν τον πόλεμο.


·        Παπαδάκης, Νικόλαος Εμμανουήλ (2017), Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Άνθρωπος, ο Ηγέτης, Τόμος Α΄, Χανιά: Εκδόσεις του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος

·        Συλλογικό Έργο (2017), Η Κυβέρνηση της Θεσσαλονίκης, η κορύφωση της σύγκρουσης δύο κόσμων, Έκδοση από: Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων, Ίδρυμα μελετών Χερσονήσου του Αίμου (ΙΜΧΑ), Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών Ελευθέριος Βενιζέλος

 

ΤΕΡΖΟΠΟΥΛΟΥ ΦΕΝΙΑ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ Α.Π.Θ.