Πρόγραμμα Πρόληψης & Συνεργατικής Μάθησης ενάντια στα ψυχοκοινωνικά προβλήματα, Μέρος 2ο
Συνεχίζοντας την παρουσίαση των Σχολείων Συνεργατικής Μάθησης και Πρόληψης και της αντίληψης που τα διέπει, ελάτε να μάθουμε για την πιλοτική έρευνα δράσης, τη φιλοσοφία της εκπαίδευσης των στελεχών Συνεργατικής Μάθησης και την εφαρμογή των παιδαγωγικών αρχών του Celestine Freinet και του Μίλτου Κουντουρά στον σχολικό χώρο.
Τα Σχολεία Συνεργατικής Μάθησης και Πρόληψης που προτείνουμε είναι πολύ κοντά στην τρίτη γενιά των αντι-ναρκωτικών προγραμμάτων και βασίζονται στις παιδαγωγικές αρχές του Μίλτου Κουντουρά, του Celestine Freinet και σε μια πρώτη μορφή εμφανίζεται στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Διέπονται επιτέλους από μια εντελώς νέα φιλοσοφία προσέγγισης που επιτρέπει, υπό προϋποθέσεις, αρκετή αισιοδοξία για το μέλλον. Η νέα προσέγγιση υιοθετεί τους κανόνες και τα χαρακτηριστικά της «έρευνας δράσης».
Έτσι, τα στελέχη που εφαρμόζουν την συνεργατική μάθηση οφείλουν να εγκαταλείψουν τη σοφία και την υπεροψία του ειδικού επιλυτή ψυχοκοινωνικών προβλημάτων και να αναλάβουν νέους ρόλους, περισσότερο περιφερειακούς. Θα πρέπει να κατανοήσουν ότι ο ρόλος τους με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να οδηγεί σε υποκατάσταση της αυτενέργειας των συνιστωσών της σχολικής κοινότητας (μαθητές – εκπαιδευτικοί – γονείς), αλλά και της ευρύτερης κοινωνίας. Να συνειδητοποιήσουν ότι, στο πλαίσιο του νέου ρόλου τους, αυτό που έχουν να κάνουν είναι να βοηθήσουν τη σχολική κοινότητα και την κοινωνία, να εκτιμήσουν οι ίδιοι τις ανάγκες τους, να προβληματιστούν πάνω στα προβλήματά τους και να συμμετάσχουν άμεσα και ενεργά οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι στο σχεδιασμό των δράσεων για την αντιμετώπισή τους.
Για τον σκοπό αυτόν, οι δάσκαλοι/στελέχη της Συνεργατικής μάθησης και πρόληψης οφείλουν να περιορίζονται σε εισηγήσεις θέσπισης διαδικασιών και δράσεων, που θα συμβάλλουν στην επανάκτηση της χαμένης συλλογικότητας και συνεκτικότητας της σχολικής κοινότητας. Νέες συλλογικότητες είναι, για παράδειγμα, η κοινή συνάντηση γονέων, μαθητών και εκπαιδευτικών, στην οποία συζητούνται ανοικτά όλα τα προβλήματα της σχολικής κοινότητας.
Η σχολική κοινότητα αυτής της γενιάς, από τις πρώτες κιόλας εφαρμογές τέτοιων αντιλήψεων και πρακτικών και παρόλο που είναι ακόμη νωρίς για να εκτιμήσουμε συνολικά την εμπειρία από τα προγράμματα, υπήρξε καταλυτική. Κατ’ αρχάς, η επανασύσταση της σχολικής κοινότητας αναδεικνύει μια σειρά ερωτημάτων καθαρά πολιτικού χαρακτήρα που αναλύεται στη συνέχεια.
Ποιος είναι ο στόχος της εκπαίδευσης; Τι είδους ανθρώπους και για ποια κοινωνία προετοιμάζει τους μαθητές το σχολικό μας σύστημα; Πώς μπορούμε να μιλάμε για αναίρεση των αιτιοπαθογενετικών μηχανισμών που αυξάνουν τη βία και τη ζήτηση ναρκωτικών, μέσα σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα που υποχρεώνει τον έφηβο και το παιδί σε παθητικότητα, αποπροσωποποίηση, ατομοκεντρικότητα, σκληρό ανταγωνισμό, κλίμα απαξίωσης των κοινοτικών αξιών της αλληλεγγύης και των στενών ανθρώπινων σχέσεων; Και, αν φτάσουμε σε μια τέτοια συζήτηση για τους στόχους και τις ιδεολογικές κατευθύνσεις του εκπαιδευτικού μας συστήματος, μπορούμε να το κάνουμε χωρίς να συζητήσουμε και για το συνολικό ιδεολογικό υπόβαθρο του αναπτυξιακού μας μοντέλου που ταυτίζει την οικονομική ανάπτυξη με την ανθρώπινη ευτυχία;
Δεν γνωρίζουμε αν τα προγράμματα αυτά θα οδηγήσουν αποφασιστικά στη μείωση της βίας στα σχολεία και της ζήτησης των ναρκωτικών. Είμαστε, όμως, βέβαιοι ότι θα θέσουν έντονα μια παραμελημένη μέχρι σήμερα διάσταση της πρόληψης: την πολιτική της διάσταση. Ότι, δηλαδή, σε στρατηγικό επίπεδο δεν θα μπορέσουμε ποτέ να μειώσουμε αποφασιστικά τα προβλήματα αυτά, αν δεν αλλάξουμε την αντίληψή μας για τη λειτουργία της κοινωνίας και αν δεν επανα-ιεραρχήσουμε τους στόχους μας, αν δεν κατανοήσουμε, δηλαδή, την πρόληψη ως υπόθεση κοινωνικής και πολιτικής ευθύνης.
Η φιλοσοφία της εκπαίδευσης των στελεχών Συνεργατικής Μάθησης διέπεται από την ακόλουθη φιλοσοφία: α) Ολιστική αντίληψη των σχολικών ψυχοκοινωνικών προβλημάτων.
β) Ο ρόλος του ειδικού στο σχολείο είναι ρόλος συμβούλου του σχολικού συστήματος.
γ) Ο ρόλος της διδασκαλίας, κρατώντας την ίδια ύλη, θα αλλάξει στο μέτρο που το σχολείο θα είναι χώρος δημιουργικής εργασίας, συντροφικότητας και συλλογικότητας, κοινωνικότητας και όχι ανταγωνισμού.
Η διαχείριση της ζωής της τάξης από τους μαθητές.
Η ενεργητική συμμετοχή του μαθητή στη διαδικασία της μάθησης (μέσω της έρευνας, ανακάλυψης, επίσκεψης), καθώς και η εμπλοκή του στη διαχείριση και οργάνωση της ζωής στην τάξη, δίνουν νόημα στις δραστηριότητές του στο σχολείο και στις γνώσεις του. Η οργάνωση, λοιπόν, του σχολείου ως κοινότητα στην oποία κάθε μαθητής έχει ρόλο και λόγο είναι απαραίτητη για την ενδυνάμωση του δεσμού μαθητή-σχολείου.
Το σχολείο οργανώνεται ως μια μικρο-κοινωνία και έχει τα εξής χαρακτηριστικά γνωρίσματα (Παγώνη, 2007):
- Οι πολίτες-μαθητές θεωρούνται ίσοι ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις τους.
- Το πεπρωμένο του μαθητή δεν είναι ποτέ παγιωμένο: τα δικαιώματα μπορούν να χαθούν αλλά και να επανέλθουν.
- Οι κανόνες αναπτύσσονται συλλογικά και κοινοποιούνται σε όλους, ώστε κανείς να μην τους αγνοεί.
- Δάσκαλοι και μαθητές διέπονται από ίσους κανόνες, πράγμα που παίζει σημαντικό ρόλο στον αμοιβαίο σεβασμό των κανόνων και των νόμων.
- Η συνεργασία, η αλληλοβοήθεια και η συλλογικότητα – και όχι ο ανταγωνισμός – αποτελούν βασικές αρχές της λειτουργίας του σχολείου.
- Τα προβλήματα που προκύπτουν λύνονται συλλογικά και επιλύονται γρήγορα μέσα από διαδικασίες που προβλέπονται γι’ αυτό το σκοπό.
- Η εργασία γίνεται ομαδικά, με το δάσκαλο να συντονίζει την προσπάθεια των μαθητών και να συνοδεύει αυτόν που τον χρειάζεται.
- Επιδιώκεται η οικοδόμηση ισχυρών σχέσεων με τους γονείς, αφού δημιουργούνται πολύμορφες ανταλλαγές με αυτούς. Οι μαθητές συχνά παρουσιάζουν τα δημιουργήματά τους σ’ αυτούς.
Μέσα σε ένα τέτοιο σχολείο, οι σχολικές δραστηριότητες αποκτούν νόημα και ενδιαφέρον για τους μαθητές, με αποτέλεσμα να μειώνεται δραστικά η ανία των μαθητών, να αυξάνεται το ενδιαφέρον τους και, επομένως, να περιορίζεται η επιθετικότητα στο χώρο. Το σχολείο που εμπλέκει ενεργά τον κάθε μαθητή στη διαχείριση και οργάνωση της ζωής του μέσα σε αυτό, του ενδυναμώνει το αίσθημα της υπευθυνότητας. Ένα σχολικό περιβάλλον που δίνει ένα ξεχωριστό ρόλο στον κάθε μαθητή για την επιτυχία της ομάδας, του γεννά την «υποχρέωση» να δουλέψει για να πετύχει η ομάδα και, μέσω αυτής, και ο ίδιος, αφού θα κερδίσει την κοινωνική αναγνώριση. Ένα δημοκρατικό περιβάλλον, που μαθαίνει στα παιδιά να λύνουν τις διαφορές τους με συλλογικές συζητήσεις και διαδικασίες, μειώνει τις παραστάσεις βίας των παιδιών. Ένα σχολείο που προάγει την αλληλεπίδραση των μαθητών εγγυάται την ασφάλεια του μαθητή στο χώρο, μειώνοντας σημαντικά την εγκατάλειψη του σχολείου.
Αυτή η προσπάθεια πρέπει να γίνεται συστηματικά από την προσχολική ηλικία του παιδιού, ώστε μεγαλώνοντας να μπορεί το ίδιο να ρυθμίζει τη συμπεριφορά του. Η προσπάθεια πρέπει να είναι συστηματική, οργανωμένη και να συμπεριλαμβάνεται στο όραμα της κάθε σχολικής μονάδας.
Παρακάτω αναλύεται η εφαρμογή των παιδαγωγικών αρχών του Celestine Freinet και του Μίλτου Κουντουρά στον σχολικό χώρο, στις οποίες βασίζεται και το Πρόγραμμα των Σχολείων Συνεργατικής Μάθησης και Πρόληψης.
Η παιδαγωγική μέθοδος του Celestin Freinet
Την αξιολόγηση των αποτελεσμάτων της παιδαγωγικής του Celestin Freinet, σε ένα σχολείο τηςLille, ανέλαβε η ερευνητική ομάδα Theodile του Πανεπιστημίου Lille ΙΙΙ στη Γαλλία. Τα ερευνητικά ευρήματα φαίνεται να παρουσιάζουν ιδιαίτερο επιστημονικό και παιδαγωγικό ενδιαφέρον (Στυλιανού, Παπαδόπουλος, & Καραγιάννη, 2009).
Η βία μειώθηκε από τον πρώτο κιόλας χρόνο λειτουργίας του σχολείου με τη συγκεκριμένη παιδαγωγική μέθοδο. Μάλιστα, κατά το δεύτερο και τρίτο χρόνο, μειώθηκε το επίπεδο ανοχής της βίας από τους μαθητές, γεγονός ιδιαίτερης σημασίας, αφού σηματοδοτεί την υιοθέτηση καινούριων κανόνων.
Οι μαθητές αναγνωρίζουν το νόμο του σχολείου και αποδέχονται την εγκυρότητά του. Αυτό το αποτέλεσμα σχετίζεται με τον τρόπο διαχείρισης της σχολικής ζωής και την πραγματική συμμετοχή των μαθητών στον καθορισμό και την εφαρμογή των σχολικών κανονισμών. Στα σχολεία Freinet, ο σεβασμός τόσο προς το δάσκαλο όσο και προς τους κανονισμούς ήταν πολύ μεγαλύτερος σε σύγκριση με την παραδοσιακή παιδαγωγική. Το εύρημα αυτό είναι φαινομενικά παράδοξο, μιας και στην παιδαγωγική Freinet οι εξουσίες του δασκάλου είναι αποκεντρωμένες, λειτουργεί η άμεση δημοκρατία και οι μαθητές συμμετέχουν ενεργά στη διαμόρφωση των εσωτερικών κανονισμών.
Το γεγονός ότι ο δάσκαλος δεν ασκεί άμεση εξουσία στο μαθητή, αλλά αποτελεί τον εγγυητή του νόμου ο οποίος και καθορίζει τη θέση του κάθε μέλους στη σχολική κοινότητα, βοηθά το μαθητή να δημιουργήσει μια διευκολυντική για τη ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη σχέση με την εξουσία.
- Παράλληλα, τον βοηθά να αναπτύξει πολιτικές δεξιότητες που είναι απαραίτητες για τη συμμετοχή του στη συλλογική ζωή (να ψηφίζει, να δέχεται την άποψη της πλειοψηφίας, να ασκεί κριτική, να επιχειρηματολογεί κ.λπ.).
- Παρόλο που ο δάσκαλος δεν αποτελεί τον απόλυτο άρχοντα της τάξης, όπως στην παραδοσιακή παιδαγωγική, τα παιδιά τον σέβονται και αναγνωρίζουν τον ιδιαίτερο ρόλο του, κυρίως λόγω της διαθεσιμότητας που φροντίζει να δείχνει για τη μάθηση και την ευεξία των παιδιών στο σχολείο.
- Η ηθική ανάπτυξη (υπευθυνότητα, αυτονομία) του παιδιού επιτυγχάνεται όχι μέσα από ηθικολογίες, αλλά μέσα από την καθημερινή εμπλοκή των μαθητών στη διαχείριση της ζωής τους στο σχολείο και τις τελετουργίες μάθησης.
- Το γεγονός ότι η παιδαγωγική μέθοδος δίνει την ευκαιρία στα παιδιά να μεταφέρουν στο σχολείο εμπειρίες από το σπίτι, οι οποίες αξιοποιούνται και μετατρέπονται σε αντικείμενο μάθησης, επιτρέπει τη δημιουργία μιας ουσιαστικής γέφυρας μεταξύ του οικογενειακού και του σχολικού κόσμου του παιδιού.
- Οι διαδικασίες του συμβουλίου της τάξης, καθώς και το δικαίωμα λόγου που έχουν τα παιδιά στο σχολείο, τους δίνουν την ευκαιρία να αναπτύξουν δεξιότητες επικοινωνίας (π.χ. ενεργητική ακρόαση, επιχειρηματολογία) και τη δεξιότητα κριτικής σκέψης και προβληματισμού.
- Οι διαδικασίες μάθησης βοηθούν το μαθητή να γίνει καλός παρατηρητής, δεξιότητα που διευκολύνει την κοινωνικοποίησή του.
- Το κλίμα «εργασίας» και «δικαιοσύνης» που επικρατεί στο σχολείο δημιουργεί θετικά συναισθήματα στα παιδιά για αυτό, με αποτέλεσμα να επιτυγχάνεται ένας δεσμός μεταξύ σχολείου και παιδιού.
- Το παιδί αναδεικνύεται μέσα από τη δουλειά του στο σχολείο και τη σχολική του επιτυχία.
- Οι μαθησιακές δεξιότητες των παιδιών (π.χ. έρευνα, αξιοποίηση μέσων μάθησης, τεχνικές στα μαθηματικά) βελτιώνονται κατά πολύ.
- Τα παιδιά αναπτύσσουν την ικανότητα της αξιολόγησης και αυτοαξιολόγησης.
- Τα μαθησιακά επιτεύγματα των παιδιών βρίσκονται σε καλά επίπεδα, σύμφωνα με τις μετρήσεις που συγκρίνουν με άλλα σχολεία της Γαλλίας.
- Οι δεξιότητες που τα παιδιά αποκτούν στο δημοτικό βοηθούν την ομαλή μετάβασή τους στο γυμνάσιο και τους εξασφαλίζουν σχολική επιτυχία.
- Οι γονείς εμπιστεύονται το σχολείο. Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι γονείς από την ευρύτερη περιοχή της Lille ζητούν να εξασφαλίσουν εγγραφή για τα παιδιά τους στο συγκεκριμένο σχολείο. Αξίζει να σημειωθεί ότι, πριν την εφαρμογή της συγκεκριμένης παιδαγωγικής, το σχολείο αυτό κινδύνευε να σταματήσει τη λειτουργία του, διότι οι γονείς δεν το προτιμούσαν για τα παιδιά τους εξαιτίας της βίας που υπήρχε στο χώρο και των χαμηλών επιδόσεων των μαθητών.
Ιδού τι σημειώνει επιστημονική ομάδα της Κύπρου, που επισκέφθηκε στη Lille το συγκεκριμένο σχολείο:
«Επικρατεί μεγάλη ησυχία μέσα στο σχολείο, τόσο κατά το διάλειμμα όσο και μέσα στην τάξη κατά τη διάρκεια του μαθήματος. Σημειώνεται ότι στην τάξη δάσκαλος και παιδιά συνδιαλέγονται μιλώντας χαμηλόφωνα, σχεδόν ψιθυριστά. Σημειώνεται ότι τα παιδιά περνούν σε διάλειμμα χωρίς να κτυπά κουδούνι.
Μπαίνοντας σε κάθε τάξη, διαπιστώνει κανείς αυτό που ονομάζεται στην Παιδαγωγική Freinet κουλτούρα εργασίας, που συχνά είναι και κουλτούρα συνεργασίας. Η σχέση των μαθητών με τη σχολική εργασία διέπεται από σοβαρότητα, υπευθυνότητα και αυτονομία. Η τάξη ως ομάδα, οι μαθητές κατά ομάδες, δυάδες ή και ατομικά, εργάζονται πολύ έντονα και αθόρυβα. Μπαίνοντας στην τάξη, ο επισκέπτης συχνά ψάχνει να βρει το δάσκαλο, o οποίος ποτέ δεν κατέχει κεντρική θέση. Το γραφείο του είναι δίπλα από θρανίο μαθητή στο πίσω μέρος της αίθουσας ή στο πλάι. Είναι πάντοτε διακριτικά παρών και ουσιαστικά διευκολυντικός, ως εμψυχωτής της ομάδας της τάξης και ως συμπαραστάτης των μαθητών που έχουν ανάγκη τη βοήθειά του.
Τα παιδιά εργάζονται, λένε την άποψή τους δημόσια, υποβάλλουν ερωτήματα, κάνουν κριτική, παρουσιάζουν την εργασία τους με μια εκπληκτική άνεση και αυτονομία. Κατά τη διάρκεια της σχολικής μέρας, κάθε μαθητής αναλαμβάνει ένα ρόλο, ένα επάγγελμα, το οποίο εκτελεί με μεγάλη υπευθυνότητα και σοβαρότητα, όπως συντονιστής της συζήτησης, μετρητής χρόνου, υπεύθυνος για πίνακα, φωτογράφος». (Στυλιανού, Παπαδόπουλος, & Καραγιάννη, 2009)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου